Μέσα στις σκέψεις μου για πάρα πολλά, ένα ταξίδι με μηχανή ήταν πάντα το όνειρό που ήθελα να κάνω πραγματικότητα, αλλά μια το ένα, μια το άλλο, δεν με άφηναν να το πραγματοποιήσω.
Εγώ ένοιωθα έτοιμος από καιρό βέβαια, καθώς από πριν είχα τεστάρει αντοχές και μηχανή κάνοντας μια κάποια απόσταση, περί τα 300 χλμ, και 3,5 ώρες οδήγησης, η οποία ήταν κοντά στα όρια που θα μπορούσε κατ’ ελάχιστο να ταξιδέψει κανείς.
Έτσι λοιπόν είπα ότι ήμουν έτοιμος και απλά περίμενα την κατάλληλη ευκαιρία, η οποία δεν άργησε να εμφανιστεί...
Δεν βιαζόμουν μιας και περίμενα τόσα χρόνια, και ξαφνικά ήρθε η πολυπόθητη στιγμή να κάνω το όνειρο πραγματικότητα. Άρχιζα να προετοιμάζω με την βοήθεια της τεχνολογίας τις χώρες που θα ήθελα να δω, τα μέρη, τις διαδρομές, τα χιλιόμετρα, τους ανεφοδιασμούς, τις διαμονές, τις διατροφές, μέχρι και τα σουβενίρ, άκουσον, άκουσον….
Μετά από πολλές σκέψεις και καθόσον θα ήταν το πρώτο μου ταξίδι, είπα να μην ξανοιχτώ, και να βρω δύο μέρη ίσα ίσα για να δοκιμάσω αυτό μου το εγχείρημα.
Ένα με λίγα χιλιόμετρα, και ένα με λίγα παραπάνω.
Οι επιλογές που φάνηκαν ήταν, Βουλγαρία, Βάρνα, Κομοτηνή, Αθήνα, και η άλλη Αλβανία, Μαυροβούνιο.
Κάθε μια είχε τα καλά της και γι αυτό πιστέψτε με η επιλογή ήταν δύσκολη και μέχρι την τελευταία μέρα και στιγμή δεν είχα αποφασίσει για το που θα πήγαινα.
Αυτό έγινε την ημέρα που ξεκίνησα το ταξίδι και έφτασα στη Λαμία, όπου εκεί βέβαια έπρεπε να διαλέξω και πήρα την τελική απόφαση.
Πριν την μεγάλη φυγή δεν ενημερώνω κανέναν, κι αυτό διότι δεν ήθελα να ανησυχούν με την ιδέα μου. Μόνο λίγοι το γνώριζαν κι αυτό για λόγους ασφαλείας.
Ήταν δύσκολη απόφαση, μα περισσότερο γινόταν χωρίς παρέα, και αυτό έχει τα καλά του όπως έχει και τα άσχημα του, και όπως λένε οι παλιοί, «ούτε και στον παράδεισο μόνος» αλλά….
Τώρα εάν αποφασίσεις για παρέα, θα πρέπει να υπάρχει συμβιβασμός, και περίπου τα ίδια ενδιαφέροντα αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση να περάσετε καλά, έτσι πιστεύω.
Ο φόβος του αγνώστου στο εγχείρημά μου πάντα υπήρχε, λες και ταξίδευα στο εξωτερικό πρώτη φορά.... έτσι ένιωθα, ποιός ξέρει γιατί. Αν και πολλοί το είχαν κάνει αυτό το ταξίδι πριν από μένα, και διάβαζα τις περιπέτειές τους από διάφορες ιστοσελίδες τους στο διαδίκτυο δεν ήταν το ίδιο. Δεν θα ταξίδευες μαζί τους, θα ήσουν ΜΟΝΟΣ…
Στο τέλος όμως είπα, αυτό εδώ το κάνουν τόσα χρόνια Έλληνες και ξένοι, τι περισσότερο από μια βόλτα στο χωριό είναι, και ΕΦΥΓΑ.
Οι προετοιμασίες, τα άκρως απαραίτητα, ρούχα για όλες τις καταστάσεις, μπουφάν μηχανής με επένδυση, παντελόνι με επένδυση, και λιγοστά ρούχα για κρύο και για ζέστη. Επειδή οι ημέρες ήταν λίγες, και ο Βαλκανικός προορισμός ήταν φτηνός, όποιος κι αν ήταν, θα έμενα σε ξενοδοχεία, και δεν μου χρειάστηκε σκηνή και τα λοιπά. Πήρα κάρτες, ρευστό, χαρτιά μηχανής, τα δικά μου, εργαλεία μηχανής ότι είχα, κινητά με περιαγωγή, GPS συσκευή με χάρτες Ευρώπης, και ένα σημειωματάριο μικρό.
Μέρες πριν είχα τυπώσει τους δύο (2) χάρτες με τις διαδρομές, τα κύρια σημεία, είχα σημειώσει επάνω αποστάσεις για ανεφοδιασμό, και κάποια ξενοδοχεία με τις τιμές τους έτσι για σιγουριά, και τους φύλαξα.
Λόγω του ότι δεν είχα αδιάβροχα σακίδια, ή σαμάρια, για να ρίξω το κόστος της εκδρομής δεν αγόρασα, αν και έκανα την έρευνα αγοράς μου μήπως πετύχω κάποια προσφορά, αλλά την συγκεκριμένη εποχή ξέφευγαν από τιμές.
¨Έτσι είπα ότι χωράει η βαλίτσα πίσω και ο χώρος κάτω από την σέλα.
Για το μηχανάκι πήρα κάποια πράγματα που είχα διαβάσει και έλεγαν ότι αχρείαστα να είναι, έπρεπε να υπάρχουν σε κάθε ταξίδι με μηχανή.
(Αυτά που έλεγαν…. ΙΣΧΥΟΥΝ είναι ΑΛΗΘΕΙΑ….και κάποια στην πορεία φάνηκαν πολύ χρήσιμα).
Κάποια από αυτά ήταν, Tire-ups, κόλλες ρευστές ισχυρές, λίγο σύρμα, ένα κομμάτι σχοινί, ταινία δεμάτων αδιάβροχη, ένα μικρό φαρμακείο και ένα σετ επισκευής ελαστικών.
Είχα κάνει γενικό σέρβις, είχα αλλάξει λάστιχα, δούλευε σωστά ήταν ΕΤΟΙΜΟ.
Το Σάββατο ώρα δώδεκα (12.00) το μεσημέρι, εγώ ακόμα να πάρω την απόφαση για το μεγάλο εγχείρημα. Δεν ένιωθα σίγουρος να φύγω μόνος.
Αφού έκανα όλες τις δουλειές επέστρεψα στο σπίτι και η ώρα είχε πάει 14.30.
Χωρίς να σκεφτώ κάτι παραπάνω, και να πω κάτι στον εαυτό μου, φορτώνω τα πράγματα τα οποία τα είχα μαζέψει στην τσάντα από μέρες, φουλάρω το ντεπόζιτο στο μηχανάκι, και παίρνω την Εθνική Οδό Αθηνών – Λαμίας.
Δεν ξέρω τι με έκανε να πάρω εκείνη την στιγμή την απόφαση αλλά είπα ή ΤΩΡΑ ή ΠΟΤΕ.
Ξεκίνησα με τους καλύτερους οιωνούς. Καθόλου κίνηση στο δρόμο, ο καιρός ήταν με ήλιο και με ένα ελαφρύ αεράκι δροσερό, και στο δρόμο να έχω να σκεφτώ μόνο μέχρι την Λαμία, ποιόν δρόμο θα πάρω και προς τα πού θα πάω….
Η διαδρομή, είναι τέλεια, η φύση στις περιοχές που διασχίζει ο δρόμος καταπράσινη, ο δρόμος τεράστιος με καλή άσφαλτο, και κλασικά τα διόδια είναι τα μόνα που ως χαράτσι και τσουχτερά, ακόμα και για μηχανάκι, σε επαναφέρουν στην πραγματικότητα με τις συνεχείς στάσεις τους.
Φτάνοντας στην τελευταία ευθεία και καθώς μπροστά μου αρχίζει να φαίνεται η πόλη της Λαμίας, μέχρι εκεί έλεγα με το μυαλό μου τα υπέρ και τα κατά των επιλογών μου και προσπαθούσα να βρω πια από τις δύο διαδρομές θα υπερισχύσει, έφτασε η ώρα της κρίσεως και πρέπει να επιλέξω ΜΙΑ διαδρομή για να συνεχίσω.
Η απόφαση δύσκολη μιας και δεν είχα καταφέρει να πείσω τον εαυτό μου για μία, και έτσι όπως έφτανα όλο και πιο κοντά στη Λαμία βλέπω μια ταμπέλα στην άκρη του δρόμου, που έλεγε ΔΟΜΟΚΟΣ δεξιά. Ε, αυτό ήταν, εκεί παίρνω την απόφαση να στρίψω, και να πάω για Αλβανία Μαυροβούνιο κι ότι θέλει ας γίνει.
Αφού έστριψα και πήρα το δρόμο για Δομοκό – Τρίκαλα, πλέον το μόνο που σκεφτόμουν ήταν οι στάσεις, για κανέναν καφέ και ανεφοδιασμό.
Λόγω ταχύτητας στην Εθνική Οδό, η πρώτη στάση έγινε μετά τον Δομοκό, σ’ ένα καφενεδάκι, κατά τις 16.30, όπου μας έπιασε ρεζέρβα και είπα να φουλάρω καθώς να ξεκουραστώ και λίγο με έναν καφέ.
Η πρώτη διανυκτέρευση, όπως το είχα σχεδιάσει στην επιλογή αυτής της διαδρομής θα γινόταν στην πόλη της Καστοριάς. Έτσι έχοντας ώρες μπροστά μου, πριν πέσει το σκοτάδι και βρεθώ σ’ έναν δρόμο που δεν ήξερα, δεν βιαζόμουν και απολάμβανα, κάθε κομμάτι της διαδρομής, ανάμεσα σε χωριουδάκια σε καταπράσινα τοπία, με τις στάσεις για να αποθανατίσω το τοπίο να γίνονται συχνές.
Περνάω περιφερειακά από Τρίκαλα, και οδεύω προς Καλαμπάκα. Από μακριά αντικρίζει κανείς να ξεδιπλώνεται μπροστά του, αυτό το υπέροχο τοπίο που δεν το συναντά σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου, τα επιβλητικά Μετέωρα, τους βράχους με τα μοναστήρια τους, που υψώνονται θαρρείς ως τον ουρανό. Το τοπίο είναι μαγευτικό και φανταστικό μαζί. Οι φωτογραφίες εδώ επιβάλλονται μιας και το μέρος, σου προκαλεί και νιώθεις δέος και θαυμασμό.
Συνεχίζοντας παίρνω την διαδρομή Κοζάνη – Καστοριά, που βρίσκεται ανάμεσα στα βουνά και σε επαρχιακό δίκτυο.
Εκεί συνάντησα και την πρώτη ταμπέλα που έλεγε «ΠΡΟΣΟΧΗ διέλευση αρκούδων».!!!
Σταματώντας σ’ ένα ύψωμα για να αποθανατίσω την φύση, πάω να κατεβάσω το σταντ της μηχανής, και λίγο η κατηφορίτσα, λίγο το χαλικάκι, γκουντούπ, πάρτη κάτω μαζί με μένα στην άκρη του δρόμου …
Απώλειες ένας καθρέπτης δεξιός και κάτι γρατσουνιές στην ποδιά. Αφού μας χάλασε λίγο την διάθεση και αναρωτιόμουν τι δεν πρόσεξα, και πήγε στραβά, την σηκώνω με την βοήθεια κάποιων που περνούσαν από εκείνο το σημείο, και την βάζουμε στο σταντ πάλι, να την ελέγξω καλύτερα, και δεν προσέχω ότι είναι σε κατηφόρα.!
Δεν περνάει ένα δευτερόλεπτο, ούτε κατάλαβα τι έγινε, μάζεψε το σταντ, που μάλλον δεν είχε ανοίξει καλά, γκουντούπ πάρτη κάτω, από την αριστερή πλευρά τώρα….. Ε, βρε λέω, κι ήταν τόσο όμορφα όλα μέχρι εκείνη την στιγμή.

Τελικός απολογισμός δύο καθρέπτες σπασμένοι, στη μέση και λίγες γρατσουνιές στην δεξιά πλευρά.
Τώρα πως συνεχίζεις με τους καθρέπτες να κρέμονται; Και εδώ έρχεται η ώρα που έλεγαν κάποιοι αν θυμάστε, πάρτε και κάτι πραγματάκια κοντά σας και αχρείαστα να ‘ναι.
Δύο τρία Tire-ups και με λίγη αυτοκόλλητη ταινία με δύο ξυλαράκια ως σπασμένο πόδι, και η δουλειά μας έγινε ως εκ θαύματος. Εκεί είχα την αμφιβολία μήπως με τον αέρα μάζευαν και δεν μπορούσα να δω πίσω, αλλά όπως αποδείχτηκε στην πορεία ήταν τόσο καλά δεμένα που δεν συνέβη κάτι τέτοιο, σ’ ολόκληρο το ταξίδι.
Αφού πήραμε την ψυχρολουσία μας, και με πεσμένο λίγο το ηθικό μας, ε, σ’ όποιον έχει τύχει κάτι παρόμοιο με καταλαβαίνει και δεν είναι και λίγο, σκέφτηκα για μια στιγμή να τα παρατήσω όλα και να γυρίσω πίσω. Ένιωθα ότι μου είχε καταστρέψει όλη την χαρά για το ταξίδι. Έκατσα λίγο στην άκρη του δρόμου μόνος, σ' ένα ξέφωτο και πρέπει πέρασε καμιά ώρα έτσι.
Είχε αρχίσει να πέφτει ο ήλιος, και χωρίς κουβέντα, ανέβηκα στο μηχανάκι, και είπα ΣΥΝΕΧΙΖΩ, μιας και κάθε αντιξοότητα που είναι αναστρέψιμη δεν πρέπει να μας καταβάλλει, προσπαθώντας να διώξω απ’ το μυαλό μου κάθε κακιά σκέψη.
Αμίλητος, ολίγον στεναχωρημένος είναι η αλήθεια έφτασα στο Άργος Ορεστικού, μιας και είχα στο μυαλό μου να κάνω μια μικρή παράκαμψη εδώ.
Αφού έκανα την υποχρέωσή μου, η ώρα είχε πάει 21.00 βράδυ πλέον, και συνέχισα μέχρι την ΚΑΣΤΟΡΙΑ.
Μετά από μισή ώρα οδήγησης έφτασα λίγο έξω από την Καστοριά, όπου ήταν το πρώτο ξενοδοχείο που είχα βρει.
Το παράδοξο εκεί ήταν η τιμή του, 30 ευρώ που επειδή δεν το είχα κλείσει από το ίντερνετ, ήταν πιο ακριβό κατά 5 ευρώ και χωρίς πρωινό. Σιγά την διαφορά θα μου πείτε, και έτσι είναι, αλλά με πείραξε λίγο. Αφού έκλεισα το δωμάτιο και άφησα τα πράγματα, κατηφόρισα προς το κέντρο της πόλης, για να τσιμπήσω κάτι, γιατί σε όλη την διαδρομή δεν είχα φάει τίποτα.
Βρίσκω ένα μαγαζί από τα πολλά που έχει η περιοχή βεβαια, δεν ήθελα όμως εστιατόριο, ήθελα κάτι σε γρήγορο φαγητό για να μην ξεφύγω στο ποσό που ήθελα να διαθέσω και τελικά την πάτησα. Από την τιμή τους τα σαντουιτς που αγόρασα, κατάλαβα ότι πρέπει να ήταν ΠΟΛΥΤΙΜΑ ή από ΧΡΥΣΟ, γιατί στην Αθήνα μάλλον αγόραζες την διπλάσια ποσότητα….. Δεν ήθελα να σπαταλήσω το χρόνο μου ψάχνοντας κάτι άλλο, και υπέκυψα στις τσουχτερές τιμές του, ας όψετε...
Όλα αυτά είχαν να κάνουν και με το ποσό που είχα κατά νου να διαθέτω καθημερινά για το ταξίδι μου, και δεν έπρεπε να πέσω έξω. Ανοχή υπήρχε αλλά όχι μεγάλη.
Επιστροφή στο ξενοδοχείο, που ήταν από τα καλύτερα της περιοχής, δίκλινο με ξεχωριστά τεράστια δωμάτια για 4 άτομα άνετα… και μπάνιο.
Πριν ξαπλώσω, πήρα τα απαραίτητα τηλέφωνα ώστε να ξέρουν ότι είμαι καλά και το που βρίσκομαι, ετοίμασα τα ρούχα που θα φορούσα την επομένη μέρα και επέλεξα να βάλω τις επενδύσεις και τις μπότες μιας και το πρωί φαινόταν ότι θα κάνει λίγο κρύο παραπάνω.
Ξυπνητήρι έτοιμο για τις 07.00, και μιας και ήμουν μόνος χαζολόγημα στην τηλεόραση μέχρι να μας πάρει ο ύπνος, που ούτε κατάλαβα πότε ήρθε, για να κλείσει μια μέρα που τα είχε λίγο πολύ ΟΛΑ.
Pages: 1 2 3
Εγώ ένοιωθα έτοιμος από καιρό βέβαια, καθώς από πριν είχα τεστάρει αντοχές και μηχανή κάνοντας μια κάποια απόσταση, περί τα 300 χλμ, και 3,5 ώρες οδήγησης, η οποία ήταν κοντά στα όρια που θα μπορούσε κατ’ ελάχιστο να ταξιδέψει κανείς.
Έτσι λοιπόν είπα ότι ήμουν έτοιμος και απλά περίμενα την κατάλληλη ευκαιρία, η οποία δεν άργησε να εμφανιστεί...
Δεν βιαζόμουν μιας και περίμενα τόσα χρόνια, και ξαφνικά ήρθε η πολυπόθητη στιγμή να κάνω το όνειρο πραγματικότητα. Άρχιζα να προετοιμάζω με την βοήθεια της τεχνολογίας τις χώρες που θα ήθελα να δω, τα μέρη, τις διαδρομές, τα χιλιόμετρα, τους ανεφοδιασμούς, τις διαμονές, τις διατροφές, μέχρι και τα σουβενίρ, άκουσον, άκουσον….
Μετά από πολλές σκέψεις και καθόσον θα ήταν το πρώτο μου ταξίδι, είπα να μην ξανοιχτώ, και να βρω δύο μέρη ίσα ίσα για να δοκιμάσω αυτό μου το εγχείρημα.
Ένα με λίγα χιλιόμετρα, και ένα με λίγα παραπάνω.
Οι επιλογές που φάνηκαν ήταν, Βουλγαρία, Βάρνα, Κομοτηνή, Αθήνα, και η άλλη Αλβανία, Μαυροβούνιο.
Κάθε μια είχε τα καλά της και γι αυτό πιστέψτε με η επιλογή ήταν δύσκολη και μέχρι την τελευταία μέρα και στιγμή δεν είχα αποφασίσει για το που θα πήγαινα.
Αυτό έγινε την ημέρα που ξεκίνησα το ταξίδι και έφτασα στη Λαμία, όπου εκεί βέβαια έπρεπε να διαλέξω και πήρα την τελική απόφαση.

Ήταν δύσκολη απόφαση, μα περισσότερο γινόταν χωρίς παρέα, και αυτό έχει τα καλά του όπως έχει και τα άσχημα του, και όπως λένε οι παλιοί, «ούτε και στον παράδεισο μόνος» αλλά….
Τώρα εάν αποφασίσεις για παρέα, θα πρέπει να υπάρχει συμβιβασμός, και περίπου τα ίδια ενδιαφέροντα αλλιώς δεν υπάρχει περίπτωση να περάσετε καλά, έτσι πιστεύω.
Ο φόβος του αγνώστου στο εγχείρημά μου πάντα υπήρχε, λες και ταξίδευα στο εξωτερικό πρώτη φορά.... έτσι ένιωθα, ποιός ξέρει γιατί. Αν και πολλοί το είχαν κάνει αυτό το ταξίδι πριν από μένα, και διάβαζα τις περιπέτειές τους από διάφορες ιστοσελίδες τους στο διαδίκτυο δεν ήταν το ίδιο. Δεν θα ταξίδευες μαζί τους, θα ήσουν ΜΟΝΟΣ…
Στο τέλος όμως είπα, αυτό εδώ το κάνουν τόσα χρόνια Έλληνες και ξένοι, τι περισσότερο από μια βόλτα στο χωριό είναι, και ΕΦΥΓΑ.
Οι προετοιμασίες, τα άκρως απαραίτητα, ρούχα για όλες τις καταστάσεις, μπουφάν μηχανής με επένδυση, παντελόνι με επένδυση, και λιγοστά ρούχα για κρύο και για ζέστη. Επειδή οι ημέρες ήταν λίγες, και ο Βαλκανικός προορισμός ήταν φτηνός, όποιος κι αν ήταν, θα έμενα σε ξενοδοχεία, και δεν μου χρειάστηκε σκηνή και τα λοιπά. Πήρα κάρτες, ρευστό, χαρτιά μηχανής, τα δικά μου, εργαλεία μηχανής ότι είχα, κινητά με περιαγωγή, GPS συσκευή με χάρτες Ευρώπης, και ένα σημειωματάριο μικρό.

Λόγω του ότι δεν είχα αδιάβροχα σακίδια, ή σαμάρια, για να ρίξω το κόστος της εκδρομής δεν αγόρασα, αν και έκανα την έρευνα αγοράς μου μήπως πετύχω κάποια προσφορά, αλλά την συγκεκριμένη εποχή ξέφευγαν από τιμές.
¨Έτσι είπα ότι χωράει η βαλίτσα πίσω και ο χώρος κάτω από την σέλα.
Για το μηχανάκι πήρα κάποια πράγματα που είχα διαβάσει και έλεγαν ότι αχρείαστα να είναι, έπρεπε να υπάρχουν σε κάθε ταξίδι με μηχανή.
(Αυτά που έλεγαν…. ΙΣΧΥΟΥΝ είναι ΑΛΗΘΕΙΑ….και κάποια στην πορεία φάνηκαν πολύ χρήσιμα).
Κάποια από αυτά ήταν, Tire-ups, κόλλες ρευστές ισχυρές, λίγο σύρμα, ένα κομμάτι σχοινί, ταινία δεμάτων αδιάβροχη, ένα μικρό φαρμακείο και ένα σετ επισκευής ελαστικών.
Είχα κάνει γενικό σέρβις, είχα αλλάξει λάστιχα, δούλευε σωστά ήταν ΕΤΟΙΜΟ.
Το Σάββατο ώρα δώδεκα (12.00) το μεσημέρι, εγώ ακόμα να πάρω την απόφαση για το μεγάλο εγχείρημα. Δεν ένιωθα σίγουρος να φύγω μόνος.
Αφού έκανα όλες τις δουλειές επέστρεψα στο σπίτι και η ώρα είχε πάει 14.30.
Χωρίς να σκεφτώ κάτι παραπάνω, και να πω κάτι στον εαυτό μου, φορτώνω τα πράγματα τα οποία τα είχα μαζέψει στην τσάντα από μέρες, φουλάρω το ντεπόζιτο στο μηχανάκι, και παίρνω την Εθνική Οδό Αθηνών – Λαμίας.
Δεν ξέρω τι με έκανε να πάρω εκείνη την στιγμή την απόφαση αλλά είπα ή ΤΩΡΑ ή ΠΟΤΕ.
Ξεκίνησα με τους καλύτερους οιωνούς. Καθόλου κίνηση στο δρόμο, ο καιρός ήταν με ήλιο και με ένα ελαφρύ αεράκι δροσερό, και στο δρόμο να έχω να σκεφτώ μόνο μέχρι την Λαμία, ποιόν δρόμο θα πάρω και προς τα πού θα πάω….
Η διαδρομή, είναι τέλεια, η φύση στις περιοχές που διασχίζει ο δρόμος καταπράσινη, ο δρόμος τεράστιος με καλή άσφαλτο, και κλασικά τα διόδια είναι τα μόνα που ως χαράτσι και τσουχτερά, ακόμα και για μηχανάκι, σε επαναφέρουν στην πραγματικότητα με τις συνεχείς στάσεις τους.
Φτάνοντας στην τελευταία ευθεία και καθώς μπροστά μου αρχίζει να φαίνεται η πόλη της Λαμίας, μέχρι εκεί έλεγα με το μυαλό μου τα υπέρ και τα κατά των επιλογών μου και προσπαθούσα να βρω πια από τις δύο διαδρομές θα υπερισχύσει, έφτασε η ώρα της κρίσεως και πρέπει να επιλέξω ΜΙΑ διαδρομή για να συνεχίσω.
Η απόφαση δύσκολη μιας και δεν είχα καταφέρει να πείσω τον εαυτό μου για μία, και έτσι όπως έφτανα όλο και πιο κοντά στη Λαμία βλέπω μια ταμπέλα στην άκρη του δρόμου, που έλεγε ΔΟΜΟΚΟΣ δεξιά. Ε, αυτό ήταν, εκεί παίρνω την απόφαση να στρίψω, και να πάω για Αλβανία Μαυροβούνιο κι ότι θέλει ας γίνει.
Αφού έστριψα και πήρα το δρόμο για Δομοκό – Τρίκαλα, πλέον το μόνο που σκεφτόμουν ήταν οι στάσεις, για κανέναν καφέ και ανεφοδιασμό.
Λόγω ταχύτητας στην Εθνική Οδό, η πρώτη στάση έγινε μετά τον Δομοκό, σ’ ένα καφενεδάκι, κατά τις 16.30, όπου μας έπιασε ρεζέρβα και είπα να φουλάρω καθώς να ξεκουραστώ και λίγο με έναν καφέ.
Η πρώτη διανυκτέρευση, όπως το είχα σχεδιάσει στην επιλογή αυτής της διαδρομής θα γινόταν στην πόλη της Καστοριάς. Έτσι έχοντας ώρες μπροστά μου, πριν πέσει το σκοτάδι και βρεθώ σ’ έναν δρόμο που δεν ήξερα, δεν βιαζόμουν και απολάμβανα, κάθε κομμάτι της διαδρομής, ανάμεσα σε χωριουδάκια σε καταπράσινα τοπία, με τις στάσεις για να αποθανατίσω το τοπίο να γίνονται συχνές.
Περνάω περιφερειακά από Τρίκαλα, και οδεύω προς Καλαμπάκα. Από μακριά αντικρίζει κανείς να ξεδιπλώνεται μπροστά του, αυτό το υπέροχο τοπίο που δεν το συναντά σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου, τα επιβλητικά Μετέωρα, τους βράχους με τα μοναστήρια τους, που υψώνονται θαρρείς ως τον ουρανό. Το τοπίο είναι μαγευτικό και φανταστικό μαζί. Οι φωτογραφίες εδώ επιβάλλονται μιας και το μέρος, σου προκαλεί και νιώθεις δέος και θαυμασμό.
Συνεχίζοντας παίρνω την διαδρομή Κοζάνη – Καστοριά, που βρίσκεται ανάμεσα στα βουνά και σε επαρχιακό δίκτυο.

Σταματώντας σ’ ένα ύψωμα για να αποθανατίσω την φύση, πάω να κατεβάσω το σταντ της μηχανής, και λίγο η κατηφορίτσα, λίγο το χαλικάκι, γκουντούπ, πάρτη κάτω μαζί με μένα στην άκρη του δρόμου …
Απώλειες ένας καθρέπτης δεξιός και κάτι γρατσουνιές στην ποδιά. Αφού μας χάλασε λίγο την διάθεση και αναρωτιόμουν τι δεν πρόσεξα, και πήγε στραβά, την σηκώνω με την βοήθεια κάποιων που περνούσαν από εκείνο το σημείο, και την βάζουμε στο σταντ πάλι, να την ελέγξω καλύτερα, και δεν προσέχω ότι είναι σε κατηφόρα.!
Δεν περνάει ένα δευτερόλεπτο, ούτε κατάλαβα τι έγινε, μάζεψε το σταντ, που μάλλον δεν είχε ανοίξει καλά, γκουντούπ πάρτη κάτω, από την αριστερή πλευρά τώρα….. Ε, βρε λέω, κι ήταν τόσο όμορφα όλα μέχρι εκείνη την στιγμή.

Τελικός απολογισμός δύο καθρέπτες σπασμένοι, στη μέση και λίγες γρατσουνιές στην δεξιά πλευρά.
Τώρα πως συνεχίζεις με τους καθρέπτες να κρέμονται; Και εδώ έρχεται η ώρα που έλεγαν κάποιοι αν θυμάστε, πάρτε και κάτι πραγματάκια κοντά σας και αχρείαστα να ‘ναι.
Δύο τρία Tire-ups και με λίγη αυτοκόλλητη ταινία με δύο ξυλαράκια ως σπασμένο πόδι, και η δουλειά μας έγινε ως εκ θαύματος. Εκεί είχα την αμφιβολία μήπως με τον αέρα μάζευαν και δεν μπορούσα να δω πίσω, αλλά όπως αποδείχτηκε στην πορεία ήταν τόσο καλά δεμένα που δεν συνέβη κάτι τέτοιο, σ’ ολόκληρο το ταξίδι.
Αφού πήραμε την ψυχρολουσία μας, και με πεσμένο λίγο το ηθικό μας, ε, σ’ όποιον έχει τύχει κάτι παρόμοιο με καταλαβαίνει και δεν είναι και λίγο, σκέφτηκα για μια στιγμή να τα παρατήσω όλα και να γυρίσω πίσω. Ένιωθα ότι μου είχε καταστρέψει όλη την χαρά για το ταξίδι. Έκατσα λίγο στην άκρη του δρόμου μόνος, σ' ένα ξέφωτο και πρέπει πέρασε καμιά ώρα έτσι.
Είχε αρχίσει να πέφτει ο ήλιος, και χωρίς κουβέντα, ανέβηκα στο μηχανάκι, και είπα ΣΥΝΕΧΙΖΩ, μιας και κάθε αντιξοότητα που είναι αναστρέψιμη δεν πρέπει να μας καταβάλλει, προσπαθώντας να διώξω απ’ το μυαλό μου κάθε κακιά σκέψη.
Αμίλητος, ολίγον στεναχωρημένος είναι η αλήθεια έφτασα στο Άργος Ορεστικού, μιας και είχα στο μυαλό μου να κάνω μια μικρή παράκαμψη εδώ.
Αφού έκανα την υποχρέωσή μου, η ώρα είχε πάει 21.00 βράδυ πλέον, και συνέχισα μέχρι την ΚΑΣΤΟΡΙΑ.
Μετά από μισή ώρα οδήγησης έφτασα λίγο έξω από την Καστοριά, όπου ήταν το πρώτο ξενοδοχείο που είχα βρει.
Το παράδοξο εκεί ήταν η τιμή του, 30 ευρώ που επειδή δεν το είχα κλείσει από το ίντερνετ, ήταν πιο ακριβό κατά 5 ευρώ και χωρίς πρωινό. Σιγά την διαφορά θα μου πείτε, και έτσι είναι, αλλά με πείραξε λίγο. Αφού έκλεισα το δωμάτιο και άφησα τα πράγματα, κατηφόρισα προς το κέντρο της πόλης, για να τσιμπήσω κάτι, γιατί σε όλη την διαδρομή δεν είχα φάει τίποτα.
Βρίσκω ένα μαγαζί από τα πολλά που έχει η περιοχή βεβαια, δεν ήθελα όμως εστιατόριο, ήθελα κάτι σε γρήγορο φαγητό για να μην ξεφύγω στο ποσό που ήθελα να διαθέσω και τελικά την πάτησα. Από την τιμή τους τα σαντουιτς που αγόρασα, κατάλαβα ότι πρέπει να ήταν ΠΟΛΥΤΙΜΑ ή από ΧΡΥΣΟ, γιατί στην Αθήνα μάλλον αγόραζες την διπλάσια ποσότητα….. Δεν ήθελα να σπαταλήσω το χρόνο μου ψάχνοντας κάτι άλλο, και υπέκυψα στις τσουχτερές τιμές του, ας όψετε...
Όλα αυτά είχαν να κάνουν και με το ποσό που είχα κατά νου να διαθέτω καθημερινά για το ταξίδι μου, και δεν έπρεπε να πέσω έξω. Ανοχή υπήρχε αλλά όχι μεγάλη.
Επιστροφή στο ξενοδοχείο, που ήταν από τα καλύτερα της περιοχής, δίκλινο με ξεχωριστά τεράστια δωμάτια για 4 άτομα άνετα… και μπάνιο.
Πριν ξαπλώσω, πήρα τα απαραίτητα τηλέφωνα ώστε να ξέρουν ότι είμαι καλά και το που βρίσκομαι, ετοίμασα τα ρούχα που θα φορούσα την επομένη μέρα και επέλεξα να βάλω τις επενδύσεις και τις μπότες μιας και το πρωί φαινόταν ότι θα κάνει λίγο κρύο παραπάνω.
Ξυπνητήρι έτοιμο για τις 07.00, και μιας και ήμουν μόνος χαζολόγημα στην τηλεόραση μέχρι να μας πάρει ο ύπνος, που ούτε κατάλαβα πότε ήρθε, για να κλείσει μια μέρα που τα είχε λίγο πολύ ΟΛΑ.
Pages: 1 2 3